ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 09/03/1824: ΑΡΧΙΖΕΙ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Στο πλαίσιο των εορτασμών, για τα 200 χρόνια, από την επανάσταση του 1821, θα πρέπει να αναδειχθεί, όχι μόνο το μεγαλείο της ελληνικής ψυχής, αλλά και η πτώση  της, όπως αυτή εκφράστηκε, μέσα από το διχασμό και τις εμφύλιες διαμάχες, ούτως ώστε να συνειδητοποιήσουμε τις τραγικές τους συνέπειες, για τον ελληνισμό, να ξεριζώσουμε αυτό το σαράκι και να υπάρξει αναστροφή.

Ο εμφύλιος πόλεμος, την περίοδο της ελληνικής επανάστασης (1821-1830), διεξήχθη από το 1823 έως το 1825. Είχε ως αιτία τον ανταγωνισμό ισχύος, για την ηγεσία της επανάστασης, αλλά και του υπό διαμόρφωση νέου ελληνικού κράτους, και χωρίζεται σε δύο (2) φάσεις.

Η πρώτη φάση ήταν από το φθινόπωρο του 1823, μέχρι το καλοκαίρι του 1824, με πεδίο σύγκρουσης την Πελοπόννησο. Αντιμαχόμενοι ήταν, από τη μια οι στρατιωτικοί της Πελοποννήσου, με τον Κολοκοτρώνη επικεφαλής,  και από την άλλη οι πολιτικοί της Πελοποννήσου, με τους νησιώτες, με επικεφαλής το Μαυροκορδάτο. Η δεύτερη μερίδα, αυτοχαρακτηρίστηκε ως «κυβερνητική» και διέθετε, ως στοιχεία επικράτησης, την υπεροχή της σε οικονομικά μέσα και την επικάλυψη των ενεργειών της, με το στοιχείο της νομιμότητας.

Η δεύτερη φάση του εμφυλίου, που τροφοδοτείτο από τις προσωπικές δυσαρέσκειες και τον ανταγωνισμό, για πολιτική επικράτηση, διεξήχθη τους τελευταίους μήνες του 1824. Αντιμέτωποι, βρέθηκαν, από τη μια μεριά οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της πολιτικής και στρατιωτικής τάξης της Πελοποννήσου, και από την άλλη οι νησιώτες (Υδραίοι, Σπετσιώτες), υποστηριζόμενοι από τους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς. Επιδίωξη, και των δύο μερίδων, ήταν η εξασφάλιση της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας.

Ο εμφύλιος έληξε τον Ιανουάριο του 1825, με την επικράτηση της μερίδας των νησιωτών, με επικεφαλής τον Κουντουριώτη και τη φυλάκιση των Πελοποννησίων αντιπάλων της, όπως του Κολοκοτρώνη, του Δεληγιάννη, του Ανδρούτσου κ.α.

Επιπλέον, τα χρήματα της πρώτης δόσης του δανείου, το οποίο είχε ληφθεί για τις ανάγκες της επανάστασης, διασπαθίστηκαν, για την προσέλκυση των ρουμελιώτικων στρατευμάτων. Επίσης, λεηλατήθηκε η Πελοπόννησος από τους «κυβερνητικούς», με αποτέλεσμα να καταπέσει το ηθικό των κατοίκων της, να καλλιεργηθεί το μίσος και να δημιουργηθεί ολέθριος διχασμός, μεταξύ Πελοποννησίων και Ρουμελιωτών. Το χειρότερο δε είναι ότι παραμελήθηκε, τελείως, η άμυνα και ο εφοδιασμός των παράλιων κάστρων της Ν.Δ. Πελοποννήσου, τη στιγμή που αναμενόταν η απόβαση των Αιγυπτίων του Ιμπραήμ, για την κατάπνιξη της επανάστασης.

Οι νικητές συμπεριφέρθηκαν στην Πελοπόννησο, σαν σε χώρα εχθρική.

Ο Μακρυγιάννης, βλέποντας την ελεεινή συμπεριφορά των συμπατριωτών του, καταπικραμένος βροντοφωνάζει: «Την επανάστασιν μας θα την καταντήσουνε ληστεία και η πατρίς κατάντησε η παλιοψάθα των ατίμων».

Σε μια στιγμή που οι εθνικές δυνάμεις θα έπρεπε να είναι ενωμένες και να επαγρυπνούν, για την αντιμετώπιση των προετοιμαζόμενων κοινών πολεμικών επιχειρήσεων, του σουλτάνου της Τουρκίας και του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, ο χωρισμός των ελλήνων, σε αντίπαλα στρατόπεδα, προκαλούσε τη χαλάρωση και, σχεδόν, την αδράνεια των εθνικών δυνάμεων.

Σ’ αυτή την κρίσιμη φάση, για την πορεία του έθνους, αφού η επανάσταση κινδύνευε να καταπνιγεί, οι Έλληνες φάνηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, υποτάσσοντας τα συμφέροντα του έθνους στις προσωπικές φιλοδοξίες. Το «εγώ» μπήκε πάνω από το «εμείς».  Και δεν ήταν η μοναδική φορά, κατά τη διάρκεια αυτών των διακοσίων χρόνων, από τότε.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΔΩ